Υψώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: υψώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hækka, reisa, að hækka, auka, hækkað, vekja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υψώνω
υψώνω τείχη, υψώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υψώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- υφιστάμενος στα ισλανδικά - núverandi, Current, nú, straumur, Núgild
- υψόμετρο στα ισλανδικά - hæð, flughæð, hæðar, hæð yfir sjávarmáli, hæð yfir sjó
- φάκελος στα ισλανδικά - bréfumslag, umslag, umslagi, umslaginu, umslagið, hjúpur
- φάλαινα στα ισλανδικά - hvalur, Hvalur, hvala, Hvalur á
Τυχαίες λέξεις
Υψώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hækka, reisa, að hækka, auka, hækkað, vekja
Μεταφράσεις: hækka, reisa, að hækka, auka, hækkað, vekja