Φυσικά στα ισλανδικά

Μετάφραση: φυσικά, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Auðvitað, að sjálfsögðu, sjálfsögðu, að sjálfsögðu er, er auðvitað
Φυσικά στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φυσικά

φυσικά πρόσωπα, φυσικά ε δημοτικού, φυσικά δάκρυα, φυσικά καθαριστικά, φυσικά στ δημοτικού, φυσικά λεξικό γλώσσας ισλανδικά, φυσικά στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • φυσίγγιο στα ισλανδικά - hylki, skothylki, rörlykja, rörlykju, rörlykjan
  • φυσαρμόνικα στα ισλανδικά - munnhörpu
  • φυσική στα ισλανδικά - eðlisfræði, eðlisfræði sem, eðlisfræði til
  • φυσικός στα ισλανδικά - líkamlega, líkamlegt, líkamleg, eðlisfræðilegan, líkamlegur
Τυχαίες λέξεις
Φυσικά στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Auðvitað, að sjálfsögðu, sjálfsögðu, að sjálfsögðu er, er auðvitað