Φυσικά στα ιταλικά
Μετάφραση: φυσικά, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
naturalmente, ovviamente, ovvio, di corso, certo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυσικά
φυσικά πρόσωπα, φυσικά ε δημοτικού, φυσικά δάκρυα, φυσικά καθαριστικά, φυσικά στ δημοτικού, φυσικά λεξικό γλώσσας ιταλικά, φυσικά στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- φυσίγγιο στα ιταλικά - cartuccia, cartuccia di, cartucce, cartuccia del, della cartuccia
- φυσαρμόνικα στα ιταλικά - armonica, l'armonica, harmonica, armonica a bocca, un'armonica
- φυσική στα ιταλικά - fisica, la fisica, di fisica, della fisica, fisica delle
- φυσικός στα ιταλικά - fisico, fisica, fisiche, fisici, materiale
Τυχαίες λέξεις
Φυσικά στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: naturalmente, ovviamente, ovvio, di corso, certo
Μεταφράσεις: naturalmente, ovviamente, ovvio, di corso, certo