Χρονικογράφος στα ισλανδικά
Μετάφραση: χρονικογράφος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
chronicler
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρονικογράφος
χρονικογράφος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, χρονικογράφος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- χρονιά στα ισλανδικά - ártal, árgangur, ár, ári, ára, árið, fyrra
- χρονικά στα ισλανδικά - árbækur, annálar, annálum, Annals
- χρονικό στα ισλανδικά - Annáll, Chronicle
- χρονικός στα ισλανδικά - tímabundnar, í tíma, stundlegur, í tíma og, tímabundnar í
Τυχαίες λέξεις
Χρονικογράφος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: chronicler
Μεταφράσεις: chronicler