Χρονικογράφος στα πολωνικά
Μετάφραση: χρονικογράφος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kronikarz, kronikarzem, kronikarza, kronikarzy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρονικογράφος
χρονικογράφος λεξικό γλώσσας πολωνικά, χρονικογράφος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- χρονιά στα πολωνικά - rok, rocznik, roku, na rok, rocznie, rokiem
- χρονικά στα πολωνικά - annały, kronika, rocznik, Annals, roczniki
- χρονικό στα πολωνικά - notować, kronika, Chronicle, kroniką, kronikę, kroniki
- χρονικός στα πολωνικά - ziemski, doczesny, tymczasowy, czasowy, świecki, skroniowy, czasowa, ...
Τυχαίες λέξεις
Χρονικογράφος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: kronikarz, kronikarzem, kronikarza, kronikarzy
Μεταφράσεις: kronikarz, kronikarzem, kronikarza, kronikarzy