Χρονικογράφος στα τσεχικά
Μετάφραση: χρονικογράφος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
letopisec, kronikář, kronikářem, kronikáře
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρονικογράφος
χρονικογράφος λεξικό γλώσσας τσεχικά, χρονικογράφος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- χρονιά στα τσεχικά - rok, roce, roku, rokem, ročně
- χρονικά στα τσεχικά - kronika, anály, Annals, kroniky, Letopisy, análů
- χρονικό στα τσεχικά - zaznamenat, zapsat, kronika, Chronicle, kronikou, kroniky, kronice
- χρονικός στα τσεχικά - světský, dočasný, temporální, časové, časová, časový, temporal
Τυχαίες λέξεις
Χρονικογράφος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: letopisec, kronikář, kronikářem, kronikáře
Μεταφράσεις: letopisec, kronikář, kronikářem, kronikáře