Όμηρος στα ισλανδικά
Μετάφραση: όμηρος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gíslingu, í gíslingu, gíslatöku, gíslinn
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όμηρος
όμηρος αθηναίος, όμηρος αβραμίδης, όμηρος ιλιάδα, όμηρος ταχμαζίδης, όμηρος ζουγανέλη, όμηρος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, όμηρος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- όλοι στα ισλανδικά - allt, öll, öllum, allir, alla
- όλος στα ισλανδικά - allur, allt, öll, öllum, allir, alla
- όμιλος στα ισλανδικά - hópur, hóp, hópurinn, hópnum, hópi
- όμοιος στα ισλανδικά - eins, svipað, svipuð, svipað og, svipaðar, líkur
Τυχαίες λέξεις
Όμηρος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: gíslingu, í gíslingu, gíslatöku, gíslinn
Μεταφράσεις: gíslingu, í gíslingu, gíslatöku, gíslinn