Όμηρος στα ολλανδικά
Μετάφραση: όμηρος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
garant, gijzelaar, gijzeling, gegijzeld, in gijzeling, gijzelen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όμηρος
όμηρος αθηναίος, όμηρος αβραμίδης, όμηρος ιλιάδα, όμηρος ταχμαζίδης, όμηρος ζουγανέλη, όμηρος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, όμηρος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- όλοι στα ολλανδικά - iedere, al, alleman, elk, ieder, alle, allemaal, ...
- όλος στα ολλανδικά - allerhande, geheel, finaal, totaal, voluit, allerlei, helemaal, ...
- όμιλος στα ολλανδικά - groep, groepering, Group, groepen, de groep
- όμοιος στα ολλανδικά - eender, aanstaren, soortgelijk, staren, gelijk, gelijksoortig, soortgelijke, ...
Τυχαίες λέξεις
Όμηρος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: garant, gijzelaar, gijzeling, gegijzeld, in gijzeling, gijzelen
Μεταφράσεις: garant, gijzelaar, gijzeling, gegijzeld, in gijzeling, gijzelen