Άπορος στα ισπανικά

Μετάφραση: άπορος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
indigente, pobre, mendigo, pauper, pordiosero
Άπορος στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άπορος

άπορος λεξικο, παντοπόρος άπορος, άπορος ορισμός, άπορος λεξικό γλώσσας ισπανικά, άπορος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • άπειρος στα ισπανικά - inexperto, experiencia, sin experiencia, inexpertos, inexperta
  • άπληστος στα ισπανικά - tragón, voraz, ávido, goloso, codicioso, rapaz, codiciosos, ...
  • άποψη στα ισπανικά - perspectiva, parecer, observar, dictamen, aspecto, sentencia, mirar, ...
  • άπρεπος στα ισπανικά - impropio, impropia, indecoroso, indecorosa, sienta mal
Τυχαίες λέξεις
Άπορος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: indigente, pobre, mendigo, pauper, pordiosero