Εξασθένηση στα ισπανικά
Μετάφραση: εξασθένηση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
disminución, descenso, declinación, decadencia, declive
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξασθένηση
εξασθένηση συνώνυμο, εξασθένηση των σφιγκτήρων μυών, εξασθένηση μνήμης, εξασθένηση της στιβάδας του όζοντος, εξασθένηση ήχου, εξασθένηση λεξικό γλώσσας ισπανικά, εξασθένηση στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- εξαρθρώνω στα ισπανικά - dislocar, dislocarse, luxar, dislocación, luxarse
- εξαρτώμαι στα ισπανικά - depender, pender, dependerá, depende, dependerán, dependen
- εξασκώ στα ισπανικά - ejercitar, ejercer, práctica, la práctica, prácticas, práctica de, ejercicio
- εξασφαλίζω στα ισπανικά - garantir, afianzar, alistarse, asegurar, me aseguro, me aseguro de, aseguro, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξασθένηση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: disminución, descenso, declinación, decadencia, declive
Μεταφράσεις: disminución, descenso, declinación, decadencia, declive