Καβαλιέρος στα ισπανικά
Μετάφραση: καβαλιέρος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
escolta, acompañar, convoyar, escoltar, acompañamiento, acompañante, de escolta, escort
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καβαλιέρος
καβαλιέρος μήλος, καβαλιέροσ δημήτρησ, τυπογραφείο καβαλιέρος, καβαλιέρος μαρκουίζος, καβαλιέρος travel, καβαλιέρος λεξικό γλώσσας ισπανικά, καβαλιέρος στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- καίω στα ισπανικά - arder, incinerar, chamuscar, socarrar, quemarse, abrasarse, quemar, ...
- καβάκι στα ισπανικά - pobo, álamo, Kavaki
- καβγάς στα ισπανικά - jaleo, riña, gresca, disputa, bronca, remar, fila, ...
- καβγατζής στα ισπανικά - alborotador, peleador, luchador, camorrista, brawler
Τυχαίες λέξεις
Καβαλιέρος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: escolta, acompañar, convoyar, escoltar, acompañamiento, acompañante, de escolta, escort
Μεταφράσεις: escolta, acompañar, convoyar, escoltar, acompañamiento, acompañante, de escolta, escort