Καβαλιέρος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: καβαλιέρος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
эскорт
Καβαλιέρος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καβαλιέρος

καβαλιέρος μήλος, καβαλιέροσ δημήτρησ, τυπογραφείο καβαλιέρος, καβαλιέρος μαρκουίζος, καβαλιέρος travel, καβαλιέρος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καβαλιέρος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • καίω στα λευκορωσικά - прыпальваць
  • καβάκι στα λευκορωσικά - Kavaki
  • καβγάς στα λευκορωσικά - плаваць, барацьба, дужанне, змаганне, борьба
  • καβγατζής στα λευκορωσικά - скандаліст
Τυχαίες λέξεις
Καβαλιέρος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: эскорт