Περίοδο στα ισπανικά

Μετάφραση: περίοδο, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
adobar, sazonar, aderezar, aliñar, temporada, condimentar, estación, período, periodo, período de, tiempo, plazo
Περίοδο στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περίοδο

περίοδο τησ βαϊμάρησ, περίοδο του απαρτχάιντ, περίοδο σκυλιών, περίοδο 3600 χρόνια, περίοδο γυναίκας, περίοδο λεξικό γλώσσας ισπανικά, περίοδο στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • περίλυπος στα ισπανικά - lúgubre, triste, fúnebre, afligido, dolorosa, doloroso, tristes
  • περίμενε στα ισπανικά - esperar, demora, espera, aguardar, esperar que, contar, contar con, ...
  • περίοδος στα ισπανικά - período, adobar, aderezar, punto, temporada, estación, aliñar, ...
  • περίοπτος στα ισπανικά - eminente, prominente, destacado, importante, prominentes, destacada
Τυχαίες λέξεις
Περίοδο στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: adobar, sazonar, aderezar, aliñar, temporada, condimentar, estación, período, periodo, período de, tiempo, plazo