Ακρωτηριασμός στα ιταλικά
Μετάφραση: ακρωτηριασμός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
amputazione, l'amputazione, amputazioni, un'amputazione, all'amputazione
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακρωτηριασμός
ακρωτηριασμόσ γυναικείων γεννητικών οργάνων, τραυματικόσ ακρωτηριασμόσ, ακρωτηριασμόσ των ερμών, ακρωτηριασμός λεξικό γλώσσας ιταλικά, ακρωτηριασμός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ακρωτήριο στα ιταλικά - mantella, promontorio, mantello, capo, mantellina, del Capo
- ακρωτηριάζω στα ιταλικά - amputare, mutilare, mutilano, menomare, maim, mutilare i
- ακρώνυμο στα ιταλικά - abbreviamento, sigla, acronimo, dell'acronimo, Acronym
- ακτή στα ιταλικά - lido, spiaggia, costa, riviera, riva, litorale, sponda, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακρωτηριασμός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: amputazione, l'amputazione, amputazioni, un'amputazione, all'amputazione
Μεταφράσεις: amputazione, l'amputazione, amputazioni, un'amputazione, all'amputazione