Ακρωτηριασμός στα λιθουανικά

Μετάφραση: ακρωτηριασμός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
amputacija, amputacijos, amputavimas, dalies amputacijos, amputaciją
Ακρωτηριασμός στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακρωτηριασμός

ακρωτηριασμόσ γυναικείων γεννητικών οργάνων, τραυματικόσ ακρωτηριασμόσ, ακρωτηριασμόσ των ερμών, ακρωτηριασμός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ακρωτηριασμός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ακρωτήριο στα λιθουανικά - ragas, pelerina, iškyšulys, Cape, kyšulys
  • ακρωτηριάζω στα λιθουανικά - suluošinti, sužaloti, luošinti, žaloti, Maimo
  • ακρώνυμο στα λιθουανικά - akronimas, santrumpa, trumpinys, akronimą, sutrumpinimas
  • ακτή στα λιθουανικά - krantas, pakrantė, paplūdimys, pajūris, Coast, pakrantės, pakrantėje
Τυχαίες λέξεις
Ακρωτηριασμός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: amputacija, amputacijos, amputavimas, dalies amputacijos, amputaciją