Ακρωτηριασμός στα πολωνικά
Μετάφραση: ακρωτηριασμός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
odcięcie, amputacja, amputacji, amputację, amputacją, amputacje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακρωτηριασμός
ακρωτηριασμόσ γυναικείων γεννητικών οργάνων, τραυματικόσ ακρωτηριασμόσ, ακρωτηριασμόσ των ερμών, ακρωτηριασμός λεξικό γλώσσας πολωνικά, ακρωτηριασμός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ακρωτήριο στα πολωνικά - cypel, przylądek, narzutka, mantylka, peleryna, cape, przylądka
- ακρωτηριάζω στα πολωνικά - odciąć, amputować, okaleczyć, okaleczać, kaleczą, kaleczyć, okalecza
- ακρώνυμο στα πολωνικά - skrótowiec, skrót, akronim, acronym, skrótem, akronimem
- ακτή στα πολωνικά - podpora, stemplować, wybrzeże, podpierać, stempel, zastrzał, brzeg, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακρωτηριασμός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: odcięcie, amputacja, amputacji, amputację, amputacją, amputacje
Μεταφράσεις: odcięcie, amputacja, amputacji, amputację, amputacją, amputacje