Ακρωτηριασμός στα ρωσικά

Μετάφραση: ακρωτηριασμός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отнятие, ампутация, ампутации, ампутацию, отсечение, ампутацией
Ακρωτηριασμός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακρωτηριασμός

ακρωτηριασμόσ γυναικείων γεννητικών οργάνων, τραυματικόσ ακρωτηριασμόσ, ακρωτηριασμόσ των ερμών, ακρωτηριασμός λεξικό γλώσσας ρωσικά, ακρωτηριασμός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • ακρωτήριο στα ρωσικά - капюшон, плащ, накидка, мыс, плащ-палатка, пелерина, Cape
  • ακρωτηριάζω στα ρωσικά - ампутировать, удалять, отнимать, калечить, калечат, искалечить, покалечить, ...
  • ακρώνυμο στα ρωσικά - акроним, сокращенного, Сокращение, аббревиатура, аббревиатурой
  • ακτή στα ρωσικά - отмель, подпирать, взморье, укреплять, поддерживать, кузнец, приморье, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακρωτηριασμός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: отнятие, ампутация, ампутации, ампутацию, отсечение, ампутацией