Ακτινοβόλος στα ιταλικά

Μετάφραση: ακτινοβόλος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
radiante, fulgente, raggiante, brillante, radioso, radiosa, luminosa
Ακτινοβόλος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακτινοβόλος

ακτινοβόλος ενέργεια, ακτινοβόλος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ακτινοβόλος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ακτινοβολία στα ιταλικά - proiezione, radiazione, irraggiamento, radiazioni, di radiazione, le radiazioni, la radiazione
  • ακτινοβολώ στα ιταλικά - irradiare, brillare, luccichio, con effetti glitter, glitter, scintillio
  • ακυρότητα στα ιταλικά - nullità, la nullità, annullamento, di nullità
  • ακυρώνω στα ιταλικά - neutralizzare, cancellare, abrogare, disdire, annullare, annullare la, cancellare la, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακτινοβόλος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: radiante, fulgente, raggiante, brillante, radioso, radiosa, luminosa