Ακτινοβόλος στα λιθουανικά
Μετάφραση: ακτινοβόλος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
spinduliuojantis, spinduliavimo, spinduliuotės, švytinti, spindulinio
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακτινοβόλος
ακτινοβόλος ενέργεια, ακτινοβόλος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ακτινοβόλος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ακτινοβολία στα λιθουανικά - projektas, planas, radiacija, spinduliavimas, spinduliuotės, spinduliuotė, radiacinės
- ακτινοβολώ στα λιθουανικά - blizgučiai, blizgesys, žėrėjimas, blizgėjimas, mirguliavimas
- ακυρότητα στα λιθουανικά - negaliojimas, negaliojimo, bendrovių jungimas paskelbiamas, negaliojimą, negaliojančiu
- ακυρώνω στα λιθουανικά - atšaukti, panaikinti, nutraukti, atsisakyti, anuliuoti
Τυχαίες λέξεις
Ακτινοβόλος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: spinduliuojantis, spinduliavimo, spinduliuotės, švytinti, spindulinio
Μεταφράσεις: spinduliuojantis, spinduliavimo, spinduliuotės, švytinti, spindulinio