Αντλία στα ιταλικά

Μετάφραση: αντλία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pompa, pompare, pompa di, della pompa, pompe, pompa a
Αντλία στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντλία

αντλία νερού, αντλία θερμότητας mitsubishi, αντλία κενού, αντλία θερμότητας τιμες, αντλία ινσουλίνης, αντλία λεξικό γλώσσας ιταλικά, αντλία στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • αντιφάσκω στα ιταλικά - contraddire, tergiversate
  • αντιφατικός στα ιταλικά - contraddittorio, contraddittoria, contraddittorie, contraddittori, contraddizione
  • αντλώ στα ιταλικά - derivare, ricavare, trarre, derivano, deriva
  • αντοχή στα ιταλικά - tolleranza, coraggio, opposizione, resistenza, la resistenza, di resistenza, resistenza di, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντλία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: pompa, pompare, pompa di, della pompa, pompe, pompa a