Αποθησαυρίζω στα ιταλικά

Μετάφραση: αποθησαυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ammassare, accumulare, Assam, dell'Assam, di Assam, Assago
Αποθησαυρίζω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποθησαυρίζω

αποθησαυρίζω συνώνυμο, αποθησαυρίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, αποθησαυρίζω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • αποθαρρύνω στα ιταλικά - scoraggiare, disanimare, avvilire, dishearten, scoraggiare la, sconfortare
  • αποθηκεύω στα ιταλικά - immagazzinare, magazzino, impresa, negozio, scorta, bidone, bin, ...
  • αποθνήσκω στα ιταλικά - morire, die, muoiono, morto, morirà
  • αποικία στα ιταλικά - colonia, colonia di, colonie, delle colonie
Τυχαίες λέξεις
Αποθησαυρίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ammassare, accumulare, Assam, dell'Assam, di Assam, Assago