Γενναιόδωρος στα ιταλικά
Μετάφραση: γενναιόδωρος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
generoso, liberale, generosa, generosi, ricca, generose
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενναιόδωρος
γενναιόδωρος αγγλικα, γενναιόδωρος συνώνυμα, γενναιόδωρος στα αγγλικα, γενναιόδωρος μεταφραση, γενναιόδωρος λεξικο, γενναιόδωρος λεξικό γλώσσας ιταλικά, γενναιόδωρος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- γενναιοδωρία στα ιταλικά - generosità, la generosità, di generosità, generosity
- γενναιόδωρα στα ιταλικά - generosamente, generosità, con generosità, generoso, generose
- γενναιότητα στα ιταλικά - coraggio, valore, il coraggio, bravery, audacia
- γεννητικός στα ιταλικά - generativo, generativa, generative, generatrice, generativi
Τυχαίες λέξεις
Γενναιόδωρος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: generoso, liberale, generosa, generosi, ricca, generose
Μεταφράσεις: generoso, liberale, generosa, generosi, ricca, generose