Δριμύτητα στα ιταλικά
Μετάφραση: δριμύτητα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
asperità, asprezza, acerbità, gravità, severità, la gravità, di gravità, rigore
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δριμύτητα
δριμύτητα ορισμος, δριμύτητα συνωνυμα, δριμύτητα συνωνυμο, δριμύτητα λεξικό γλώσσας ιταλικά, δριμύτητα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- δριμύς στα ιταλικά - grave, duro, aspro, amarezza, rigido, severo, austero, ...
- δριμύτατα στα ιταλικά - gravemente, severamente, fortemente, seriamente, gravi
- δρομάκι στα ιταλικά - vicolo, viuzza, sentiero, strada, pista, alley, pista da, ...
- δρομέας στα ιταλικά - corridore, fattorino, canale, guida, segretario, segretario di
Τυχαίες λέξεις
Δριμύτητα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: asperità, asprezza, acerbità, gravità, severità, la gravità, di gravità, rigore
Μεταφράσεις: asperità, asprezza, acerbità, gravità, severità, la gravità, di gravità, rigore