Δριμύτητα στα δανικά

Μετάφραση: δριμύτητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sværhedsgrad, sværhedsgraden, alvorligheden, alvor, alvoren
Δριμύτητα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δριμύτητα

δριμύτητα ορισμος, δριμύτητα συνωνυμα, δριμύτητα συνωνυμο, δριμύτητα λεξικό γλώσσας δανικά, δριμύτητα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • δριμύς στα δανικά - streng, bitter, grov, alvorlig, svær, alvorlige, alvorligt, ...
  • δριμύτατα στα δανικά - alvorligt, stærkt, hårdt, alvorlig, strenge
  • δρομάκι στα δανικά - stræde, bane, gyde, alley, gyden
  • δρομέας στα δανικά - runner, løber, løberen
Τυχαίες λέξεις
Δριμύτητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sværhedsgrad, sværhedsgraden, alvorligheden, alvor, alvoren