Δόκιμος στα ιταλικά
Μετάφραση: δόκιμος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cadetto, cadet, cadetti, allievo, cadetto di
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δόκιμος
δόκιμος έφεδρος αξιωματικός wiki, δόκιμος έφεδρος αξιωματικός μισθός, δόκιμος έφεδρος αξιωματικός μονιμοποίηση, δόκιμος αξιωματικός, δόκιμος όρος, δόκιμος λεξικό γλώσσας ιταλικά, δόκιμος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- δωσιδικία στα ιταλικά - responsabilità, giurisdizione, competenza, competente, competenza giurisdizionale, competenze
- δόγμα στα ιταλικά - dottrina, la dottrina, dottrine
- δόλιος στα ιταλικά - fallace, ingannevole, agguato, in agguato, lurking, appostato, nasconde
- δόλος στα ιταλικά - truffa, frode, impostore, inganno, falsità, l'inganno, inganni
Τυχαίες λέξεις
Δόκιμος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: cadetto, cadet, cadetti, allievo, cadetto di
Μεταφράσεις: cadetto, cadet, cadetti, allievo, cadetto di