Καταυλισμός στα ιταλικά
Μετάφραση: καταυλισμός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
campo, accampamento, campo di, campeggio, camp
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταυλισμός
νομισματοκοπείο καταυλισμός, καταυλισμός βικιλεξικο, καταυλισμός ρομά χαλάνδρι, καταυλισμός στα αγγλικα, καταυλισμόσ μετάφραση στα αγγλικά, καταυλισμός λεξικό γλώσσας ιταλικά, καταυλισμός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κατατάσσω στα ιταλικά - schiera, fila, rango, ceto, grado, riga, rigoglioso, ...
- κατατρομάζω στα ιταλικά - costernazione, sgomento, sbigottimento, intimidire, overawe, potessero colpire, intimidire gli
- καταφέρνω στα ιταλικά - gestire, governare, condurre, maneggiare, dirigere, amministrare, guidare, ...
- καταφέρω στα ιταλικά - eseguire, raggiungere, compiere, gestire, il gestore, gestore di, il gestore di, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταυλισμός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: campo, accampamento, campo di, campeggio, camp
Μεταφράσεις: campo, accampamento, campo di, campeggio, camp