Κολυμπώ στα ιταλικά
Μετάφραση: κολυμπώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
nuoto, nuotare, nuotata, bagno, di nuotata
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολυμπώ
κολυμπώ παρατατικός, ονειροκρίτης κολυμπάω, κολυμπώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, κολυμπώ στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κολοσσός στα ιταλικά - colosso, orco, Colossus, colossi, colosso di
- κολπικός στα ιταλικά - vaginale, vaginali, vagina, della vagina
- κολόνα στα ιταλικά - colonna, pilastro, rubrica, colonna di, colonne, della colonna, di colonna
- κολύμπι στα ιταλικά - nuoto, piscina, nuotare, il nuoto, di nuoto
Τυχαίες λέξεις
Κολυμπώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: nuoto, nuotare, nuotata, bagno, di nuotata
Μεταφράσεις: nuoto, nuotare, nuotata, bagno, di nuotata