Κολυμπώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: κολυμπώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zwemmen, drijven, duik, zwem, swim, duik nemen
Κολυμπώ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολυμπώ

κολυμπώ παρατατικός, ονειροκρίτης κολυμπάω, κολυμπώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κολυμπώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κολοσσός στα ολλανδικά - kolos, bakbeest, gevaarte, Colossus, Kolossus, reus
  • κολπικός στα ολλανδικά - vaginaal, vaginale, vagina, passief, de vaginale
  • κολόνα στα ολλανδικά - colonne, rubriek, hoofd, zuil, pilaar, kolom, steunpilaar, ...
  • κολύμπι στα ολλανδικά - zwemmen, zwembad, het zwemmen, swimming, te zwemmen
Τυχαίες λέξεις
Κολυμπώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zwemmen, drijven, duik, zwem, swim, duik nemen