Κολυμπώ στα ουκρανικά

Μετάφραση: κολυμπώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
поплисти, плавати, перепливіть
Κολυμπώ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολυμπώ

κολυμπώ παρατατικός, ονειροκρίτης κολυμπάω, κολυμπώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κολυμπώ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κολοσσός στα ουκρανικά - гігант, колос, колосс, колоса
  • κολπικός στα ουκρανικά - вагінальний, вагинальний
  • κολόνα στα ουκρανικά - колона, графа, грабування, опертя, опора, стовп, шпальту, ...
  • κολύμπι στα ουκρανικά - плавання, запаморочення, головокружіння
Τυχαίες λέξεις
Κολυμπώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: поплисти, плавати, перепливіть