Κολυμπώ στα ουγγρικά
Μετάφραση: κολυμπώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
úszás, úszik, Swim, úszni
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολυμπώ
κολυμπώ παρατατικός, ονειροκρίτης κολυμπάω, κολυμπώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κολυμπώ στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κολοσσός στα ουγγρικά - szoborkolosszus, óriás, kolosszusra, Colossus, kolosszus
- κολπικός στα ουγγρικά - hüvelyi, vaginális, hüvely, a hüvelyi, hüvelyváladék
- κολόνα στα ουγγρικά - oszlop, oszlopban, oszlopon, oszlopában, oszlopot
- κολύμπι στα ουγγρικά - úszás, fürdés, Swimming, uszoda, úszómedence
Τυχαίες λέξεις
Κολυμπώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: úszás, úszik, Swim, úszni
Μεταφράσεις: úszás, úszik, Swim, úszni