Λοξοδρομώ στα ιταλικά

Μετάφραση: λοξοδρομώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
deviazione, deviare, puro, pura, a picco, puro e semplice, pura e semplice
Λοξοδρομώ στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λοξοδρομώ

λοξοδρομώ συνώνυμο, λοξοδρομώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, λοξοδρομώ στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • λοιπόν στα ιταλικά - fontana, bravo, bene, bello, pozzo, sorgente, buono, ...
  • λοξά στα ιταλικά - obliquamente, obliquo, obliqua, obliqui, traverso
  • λοξοκοιτάζω στα ιταλικά - strabico, loxokoitazo
  • λοξός στα ιταλικά - obliquo, obliqua, oblique, obliqui, inclinata
Τυχαίες λέξεις
Λοξοδρομώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: deviazione, deviare, puro, pura, a picco, puro e semplice, pura e semplice