Λοξοδρομώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: λοξοδρομώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
відавочны
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοξοδρομώ
λοξοδρομώ συνώνυμο, λοξοδρομώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, λοξοδρομώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- λοιπόν στα λευκορωσικά - добры, колодзеж, добра, затым, потым, пасля
- λοξά στα λευκορωσικά - нахільна, наўскасяк, нахільнай, пахіла, нахілам
- λοξοκοιτάζω στα λευκορωσικά - loxokoitazo
- λοξός στα λευκορωσικά - касой, касы, касою, косы, касым
Τυχαίες λέξεις
Λοξοδρομώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: відавочны
Μεταφράσεις: відавочны