Λοξοδρομώ στα τούρκικα
Μετάφραση: λοξοδρομώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sırf, dik, katıksız, şeffaf, düpedüz
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοξοδρομώ
λοξοδρομώ συνώνυμο, λοξοδρομώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, λοξοδρομώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- λοιπόν στα τούρκικα - çeşme, güzel, pınar, kaynak, iyi, sonra, ardından, ...
- λοξά στα τούρκικα - obliquely, eğik, oblik, eğik olarak, meyilli
- λοξοκοιτάζω στα τούρκικα - loxokoitazo
- λοξός στα τούρκικα - dolaylı, eğik, oblik, oblique, eğik bir, verev
Τυχαίες λέξεις
Λοξοδρομώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sırf, dik, katıksız, şeffaf, düpedüz
Μεταφράσεις: sırf, dik, katıksız, şeffaf, düpedüz