Ορθογώνιο στα ιταλικά
Μετάφραση: ορθογώνιο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rettangolo, rettangolare, rettangolari, forma rettangolare, rettangolare di
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορθογώνιο
ορθογώνιο τρίγωνο, ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο, ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο εμβαδόν, ορθογώνιο τρίγωνο υπολογισμόσ γωνίασ, ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο όγκος, ορθογώνιο λεξικό γλώσσας ιταλικά, ορθογώνιο στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ορθογραφία στα ιταλικά - ortografia, dettato, dettatura, ortografico, spelling, l'ortografia, di ortografia
- ορθογραφώ στα ιταλικά - incanto, malia, tempo, grazia, fascino, ortografia, l'ortografia, ...
- ορθοδοξία στα ιταλικά - ortodossia, dell'ortodossia, l'ortodossia, all'ortodossia, orthodoxy
- ορθόδοξος στα ιταλικά - ortodosso, ortodossa, ortodossi, Orthodox
Τυχαίες λέξεις
Ορθογώνιο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: rettangolo, rettangolare, rettangolari, forma rettangolare, rettangolare di
Μεταφράσεις: rettangolo, rettangolare, rettangolari, forma rettangolare, rettangolare di