Ορθογώνιο στα λιθουανικά
Μετάφραση: ορθογώνιο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
stačiakampio formos, stačiakampis, stačiakampio, stačiakampė, stačiakampiai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορθογώνιο
ορθογώνιο τρίγωνο, ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο, ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο εμβαδόν, ορθογώνιο τρίγωνο υπολογισμόσ γωνίασ, ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο όγκος, ορθογώνιο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ορθογώνιο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ορθογραφία στα λιθουανικά - įsakymas, diktantas, rašyba, rašybos, rašybą, spelling, Vertimai
- ορθογραφώ στα λιθουανικά - žavumas, žavesys, rašyba, rašybos, ortografija, Ortografia, rašybos klausimas
- ορθοδοξία στα λιθουανικά - ortodoksija, Orthodoxy, stačiatikių, stačiatikybė, ortodoksiją
- ορθόδοξος στα λιθουανικά - ortodoksinis, stačiatikių, ortodoksų, orthodox, ortodoksinė
Τυχαίες λέξεις
Ορθογώνιο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: stačiakampio formos, stačiakampis, stačiakampio, stačiakampė, stačiakampiai
Μεταφράσεις: stačiakampio formos, stačiakampis, stačiakampio, stačiakampė, stačiakampiai