Ρητός στα ιταλικά
Μετάφραση: ρητός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
esplicito, esplicita, esplicitamente, espliciti, esplicite
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρητός
ρητός και άρρητος, ρητός ετυμολογία, ρητώς στα αγγλικά, ρητός σημαίνει, ρητός αριθμός, ρητός λεξικό γλώσσας ιταλικά, ρητός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ρητά στα ιταλικά - espressamente, esplicitamente, esplicito, modo esplicito, in modo esplicito
- ρητό στα ιταλικά - proverbio, detto, dicendo, dire, dice
- ρητώς στα ιταλικά - espressamente, esplicitamente, espressa, appositamente, espresso
- ρηχός στα ιταλικά - superficiale, poco profondo, shallow, poco profonda, poco profonde
Τυχαίες λέξεις
Ρητός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: esplicito, esplicita, esplicitamente, espliciti, esplicite
Μεταφράσεις: esplicito, esplicita, esplicitamente, espliciti, esplicite