Ρητός στα τούρκικα
Μετάφραση: ρητός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
açık, açık bir, açıkça, kesin, belirgin
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρητός
ρητός και άρρητος, ρητός ετυμολογία, ρητώς στα αγγλικά, ρητός σημαίνει, ρητός αριθμός, ρητός λεξικό γλώσσας τούρκικα, ρητός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ρητά στα τούρκικα - açıkça, açık, açık bir, açık olarak, açık bir şekilde
- ρητό στα τούρκικα - söz, söyleyerek, diyerek, söylüyor, söyleyen
- ρητώς στα τούρκικα - açıkça, açık, açık bir, kesinlikle
- ρηχός στα τούρκικα - sığ, sığ bir, yüzeysel, derin olmayan
Τυχαίες λέξεις
Ρητός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: açık, açık bir, açıkça, kesin, belirgin
Μεταφράσεις: açık, açık bir, açıkça, kesin, belirgin