Ρουσφέτι στα ιταλικά
Μετάφραση: ρουσφέτι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
favore, funzione, servizio, bottino, spoglie, preda, bottini, guasta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρουσφέτι
καρογιάν ρουσφέτι, ρουσφέτι ορισμός, ρουσφέτι ετυμολογία, ρουσφέτι συνώνυμο, ρουσφέτι λεξικό γλώσσας ιταλικά, ρουσφέτι στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ρουμάνι στα ιταλικά - boscaglia, fratta, folto, raschiare, Roumani
- ρουμπίνι στα ιταλικά - rubino, ruby, rosso rubino, rubino intenso
- ρουτίνα στα ιταλικά - routine, di routine, routine di, procedura, ordinaria
- ρουφήχτρα στα ιταλικά - vortice, gorgo, mulinello, idromassaggio, vasca idromassaggio
Τυχαίες λέξεις
Ρουσφέτι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: favore, funzione, servizio, bottino, spoglie, preda, bottini, guasta
Μεταφράσεις: favore, funzione, servizio, bottino, spoglie, preda, bottini, guasta