Ρουσφέτι στα ουκρανικά

Μετάφραση: ρουσφέτι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підтримайте, обслуговування, обслуговувати, фант, рух, послуга, сприяти, милість, видобутку, видобування, здобичі, добування
Ρουσφέτι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρουσφέτι

καρογιάν ρουσφέτι, ρουσφέτι ορισμός, ρουσφέτι ετυμολογία, ρουσφέτι συνώνυμο, ρουσφέτι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ρουσφέτι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ρουμάνι στα ουκρανικά - щетина, гущавина, труться, чагарник, скребти, звільнити, хаща, ...
  • ρουμπίνι στα ουκρανικά - рубін, Рубин
  • ρουτίνα στα ουκρανικά - встановлений, звичний, шаблоновий, поточний, рутина, рутину
  • ρουφήχτρα στα ουκρανικά - вертінню, джакузі, джакузи
Τυχαίες λέξεις
Ρουσφέτι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: підтримайте, обслуговування, обслуговувати, фант, рух, послуга, сприяти, милість, видобутку, видобування, здобичі, добування