Ρουσφέτι στα λιθουανικά
Μετάφραση: ρουσφέτι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
grobis, laimikis, iškasos, pradeda gesti, gadina
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρουσφέτι
καρογιάν ρουσφέτι, ρουσφέτι ορισμός, ρουσφέτι ετυμολογία, ρουσφέτι συνώνυμο, ρουσφέτι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ρουσφέτι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ρουμάνι στα λιθουανικά - Roumani
- ρουμπίνι στα λιθουανικά - rubinas, ruby, rubino, raudonas
- ρουτίνα στα λιθουανικά - rutina, įprastas, įprasta, kasdieninį, rutinos
- ρουφήχτρα στα λιθουανικά - sūkurys, WHIRLPOOL, sūkurinė, sūkurinė vonia, masažinė
Τυχαίες λέξεις
Ρουσφέτι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: grobis, laimikis, iškasos, pradeda gesti, gadina
Μεταφράσεις: grobis, laimikis, iškasos, pradeda gesti, gadina