Συγκεκριμένα στα ιταλικά
Μετάφραση: συγκεκριμένα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
specificamente, in particolare, particolare, specificatamente, specifico
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκεκριμένα
συγκεκριμένα συνώνυμο, συγκεκριμένα και αφηρημένα ουσιαστικά, συγκεκριμένα στα αγγλικα, συγκεκριμένα ουσιαστικά, συγκεκριμένα αγγλικά, συγκεκριμένα λεξικό γλώσσας ιταλικά, συγκεκριμένα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- συγκατάθεση στα ιταλικά - assentire, accordare, accordo, promessa, benestare, consenso, assenso, ...
- συγκατανεύω στα ιταλικά - consenso, benestare, permesso, beneplacito, sygkatanefo
- συγκεκριμένος στα ιταλικά - preciso, esatto, concreto, specifico, calcestruzzo, specifica, specifiche, ...
- συγκεντρώνομαι στα ιταλικά - concentrare, radunare, raccogliere, concentrarsi, concentrerà, concentrato, concentrarmi
Τυχαίες λέξεις
Συγκεκριμένα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: specificamente, in particolare, particolare, specificatamente, specifico
Μεταφράσεις: specificamente, in particolare, particolare, specificatamente, specifico