Συγκεκριμένα στα ρωσικά
Μετάφραση: συγκεκριμένα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
особенно, специально, конкретно, в частности, специфически
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκεκριμένα
συγκεκριμένα συνώνυμο, συγκεκριμένα και αφηρημένα ουσιαστικά, συγκεκριμένα στα αγγλικα, συγκεκριμένα ουσιαστικά, συγκεκριμένα αγγλικά, συγκεκριμένα λεξικό γλώσσας ρωσικά, συγκεκριμένα στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- συγκατάθεση στα ρωσικά - санкционировать, адекватность, позволить, гармония, единство, соглашение, санкция, ...
- συγκατανεύω στα ρωσικά - соглашение, дозволение, соглашаться, разрешение, согласие, позволение, sygkatanefo
- συγκεκριμένος στα ρωσικά - определенный, четкий, урочный, тщательный, аккуратный, щепетильный, точный, ...
- συγκεντρώνομαι στα ρωσικά - обирать, концентрироваться, копиться, смотр, концентрировать, просмотр, сзывать, ...
Τυχαίες λέξεις
Συγκεκριμένα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: особенно, специально, конкретно, в частности, специфически
Μεταφράσεις: особенно, специально, конкретно, в частности, специфически