Συγκεκριμένα στα ουκρανικά
Μετάφραση: συγκεκριμένα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
особливо, специфічно, спеціально, конкретно, саме, безпосередньо
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκεκριμένα
συγκεκριμένα συνώνυμο, συγκεκριμένα και αφηρημένα ουσιαστικά, συγκεκριμένα στα αγγλικα, συγκεκριμένα ουσιαστικά, συγκεκριμένα αγγλικά, συγκεκριμένα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συγκεκριμένα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συγκατάθεση στα ουκρανικά - санкціонувати, санкція, надати, надавати, згода, згоджуватися, акордний, ...
- συγκατανεύω στα ουκρανικά - порозуміння, згода, sygkatanefo
- συγκεκριμένος στα ουκρανικά - специфічний, особливий, бетонувати, бетон, конспект, конкретний, бетонний, ...
- συγκεντρώνομαι στα ουκρανικά - гірчиці, сконцентруватися, концентрат, набирати, збиратися, зосередити, набрати, ...
Τυχαίες λέξεις
Συγκεκριμένα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: особливо, специфічно, спеціально, конкретно, саме, безпосередньо
Μεταφράσεις: особливо, специфічно, спеціально, конкретно, саме, безпосередньо