Ταΐζω στα ιταλικά

Μετάφραση: ταΐζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cibo, pascere, alimentare, alimentazione, mangimi, di alimentazione, avanzamento, alimenti
Ταΐζω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταΐζω

ταΐζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, ταΐζω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • τίποτα στα ιταλικά - inezia, nulla, qualcosa, niente, non, niente di, nulla di
  • τίτλος στα ιταλικά - intitolare, titolo, documento, title, del titolo, titolo di
  • ταίρι στα ιταλικά - coniuge, partner, consorte, socio, partita, incontro, fiammifero, ...
  • ταβάνι στα ιταλικά - soffitto, massimale, a soffitto, tetto, del soffitto
Τυχαίες λέξεις
Ταΐζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: cibo, pascere, alimentare, alimentazione, mangimi, di alimentazione, avanzamento, alimenti