Υπηρέτης στα ιταλικά
Μετάφραση: υπηρέτης, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
servo, domestico, servitore, domestica, serva, funzionario
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπηρέτης
υπηρέτης συνώνυμα, υπηρέτης δύο αφεντάδων υπόθεση, υπηρέτης δύο αφεντάδων κείμενο, υπηρέτησ 2 αφεντάδων, υπηρέτης δύο αφεντάδων ιωάννινα, υπηρέτης λεξικό γλώσσας ιταλικά, υπηρέτης στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- υπεύθυνος στα ιταλικά - responsabile, responsabili, responsabilità, competente, incaricato
- υπηκοότητα στα ιταλικά - cittadinanza, nazionalità, la cittadinanza, della cittadinanza, di cittadinanza, una cittadinanza
- υπηρέτρια στα ιταλικά - servo, servitore, domestica, domestico, cameriera, di pulizia, damigella, ...
- υπηρεσία στα ιταλικά - servizio, succursale, filiale, funzione, agenzia, ufficio, favore, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπηρέτης στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: servo, domestico, servitore, domestica, serva, funzionario
Μεταφράσεις: servo, domestico, servitore, domestica, serva, funzionario