Volume στα ελληνικά
Μετάφραση: volume, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όγκος, ποσότητα, φωνή, όγκο, όγκου, ένταση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inginocchiarsi στα ελληνικά - γονατίζω, γονατίσει, γονατίζουν, γονατίσουν, γονατίσω
- legalitario στα ελληνικά - νόμιμος, νομικίστικη, νομικίστικο, νομικιστική, νομικίστικες, νομικίστικα
- movimento στα ελληνικά - σαλεύω, κίνηση, γνέφω, κίνημα, κινώ, μετακομίζω, πρόταση, ...
- mucchio στα ελληνικά - σωρός, στοιβάδα, στοιβάζω, στοίβα, σωρό, σωρού, πέλος
Τυχαίες λέξεις
Volume στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όγκος, ποσότητα, φωνή, όγκο, όγκου, ένταση
Μεταφράσεις: όγκος, ποσότητα, φωνή, όγκο, όγκου, ένταση