Ασυλία στα κροατικά
Μετάφραση: ασυλία, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
azil, sklonište, utočište, imunitet, imunost, imunosti, imuniteta, otpornosti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασυλία
ασυλία dancing with the stars, ασυλία ετυμολογία, ασυλία ορισμός, ασυλία dancing, ασυλία κασιδιάρη, ασυλία λεξικό γλώσσας κροατικά, ασυλία στα κροατικά
Μεταφράσεις
- αστός στα κροατικά - varošanin, građanin, mještanin
- ασυδοσία στα κροατικά - imunost, nekažnjenost, imunitet, nekažnjivost, imunosti, imuniteta, otpornosti
- ασυμβίβαστος στα κροατικά - nespojiv, nekompatibilan, inkompatibilan, nespojivo, nespojiva, nespojive
- ασυμμετρία στα κροατικά - asimetrija, asimetrije, nesimetrija, asimetričnost, asimetriju
Τυχαίες λέξεις
Ασυλία στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: azil, sklonište, utočište, imunitet, imunost, imunosti, imuniteta, otpornosti
Μεταφράσεις: azil, sklonište, utočište, imunitet, imunost, imunosti, imuniteta, otpornosti