Σύνορο στα λατινικά
Μετάφραση: σύνορο, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ora, terminus, finis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύνορο
σύνορο σκούρα, νέο σύνορο, σύνορο συνόλου, περιοδικό σύνορο, αποτελεσματικό σύνορο, σύνορο λεξικό γλώσσας λατινικά, σύνορο στα λατινικά
Μεταφράσεις
- σύνολο στα λατινικά - universitas
Τυχαίες λέξεις
Σύνορο στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: ora, terminus, finis
Μεταφράσεις: ora, terminus, finis