Σύνορο στα σουηδικά

Μετάφραση: σύνορο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
marginal, bård, rand, kant, gräns, gränsen, begränsnings
Σύνορο στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύνορο

σύνορο σκούρα, νέο σύνορο, σύνορο συνόλου, περιοδικό σύνορο, αποτελεσματικό σύνορο, σύνορο λεξικό γλώσσας σουηδικά, σύνορο στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • σύνοδος στα σουηδικά - möte, session, sessionen, sammanträdesperioden, sessions
  • σύνολο στα σουηδικά - tal, total, hel, summa, totalt, totala, sammanlagda, ...
  • σύνοψη στα σουηδικά - sammanfattning, sammandrag, översikt, sammanfattande, Sammanfattningsvis
  • σύνταγμα στα σουηδικά - författning, regemente, konstitution, konstitutionen, författningen, grundlag
Τυχαίες λέξεις
Σύνορο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: marginal, bård, rand, kant, gräns, gränsen, begränsnings