Ένδοξος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ένδοξος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
слаўны, хвалебны, славуты
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένδοξος
ένδοξος συνώνυμο, ένδοξος συνώνυμα, ένδοξος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ένδοξος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ένδεια στα λευκορωσικά - незабяспечанасць, незабясьпечанасьць
- ένδειξη στα λευκορωσικά - індыкацыя, індыкацыі
- ένεση στα λευκορωσικά - ўпырск, впрыска, упырск
- ένζυμο στα λευκορωσικά - фермент, ферменты, фермента
Τυχαίες λέξεις
Ένδοξος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: слаўны, хвалебны, славуты
Μεταφράσεις: слаўны, хвалебны, славуты